Καιρό μετά, αφού φύγεις, είναι πάντα θολή η ανάμνηση της αναχώρησης. Όπως όταν χτυπάς δυνατά στο πρόσωπο, μέχρι να συνειδητοποιήσεις τι έγινε. Με στιγμές μόνο να πικάρουν στη μνήμη σου. Άκυρες στιγμές, χωρίς προφανή σημασία.
Θυμάμαι να κοιτάζω το ρολόι στον τοίχο του δωματίου μου στην Αθήνα. Έχοντας ετοιμάσει την βαλίτσα μου, περίμενα να έρθει η ώρα να φύγω για το αεροδρόμιο. Θυμάμαι το χρώμα του τοίχου, ότι το ρολόι είχε γύρει λίγο προς τα αριστερά, ότι η πόρτα από κάτω του ήταν ανοιχτή, ότι ήμουν άυπνος. Δεν θυμάμαι την ώρα, αλλά θυμάμαι ότι ήταν μεσημέρι.
Μόνο τέτοιες αναμονές θυμάσαι. Και τα βράδυα. Ποτέ στην σωστή σειρά όμως. Μπερδεύονται οι εικόνες και γίνονται trailer με σειρά όχι χρονολογική - με σειρά προτεραιότητας.
Η επόμενη αναμονή με βρίσκει με γερμανική τηλεκάρτα στο μόναχο να τηλεφωνώ ελλάδα. Και η επόμενη στον 13ο όροφο των, κατεδαφισμένων πλέον, εστιών του πανεπιστημίου στο Birmingham. Να κοιτάω το ξυπνητήρι γραφείου που κουβάλησα μαζί μου. Θυμάμαι την μικρή γωνία που σχημάτιζαν οι δείκτες του ρολογιού αλλά δεν θυμάμαι σε ποια μεριά είχαν γυρίσει - αν κοιτούσα σωστά ή ανάποδα.
Θυμάμαι την αίσθηση να χάνεις τα ποιο βασικά δεδομένα. Να μην έχεις ούτε καν την αυτοπεποίθηση να μιλήσεις. Να φοβάσαι να βγεις σε μπαρ με παρέα Άγγλων γιατί η δυνατή μουσική σε φέρνει σε τρομερή αμηχανία - φοβάσαι ότι δεν θα καταλαβαίνεις (και θα γίνεσαι βάρος) στους γύρω σου ενώ αυτοί συνεννοούνται μια χαρά. Όχι εντελώς αβάσιμα. Όπως γελοιωδώς, χρειάστηκε να συνεννοήσαι με χειρονομίες στο ψιλικατζίδικο όταν ξέχασες τη λέξη για το kalamaki.
Με τους ντόπιους δεν έχεις τα κοινά σημεία αναφοράς που έχεις συνηθίσει να χρησιμοποιείς για να σπάει ο πάγος. Ο χυμός μήλο δεν έχει την ίδια γεύση. Το ψάρι μπορεί να είναι junk food. Η χοιρινή μπριζόλα είναι χειρότερη από την βοδινή. Δεν υπάρχει κρύος καφές (εκτός από τις πάστες στα starbucks). Και συγκριτικά,
μάλλον είσαι αγενής.Και είναι εκείνη ακριβώς η στιγμή, που μπορεί να σου φανεί δελεαστικό να υποχωρήσεις στο comfort zone των μισαλλόδοξων ομοεθνών σου. Αυτών που τρώνε
κατεψυγμένη σπανακόπιτα της μαμάς και βγαίνουν μόνο όταν έχει hellenic night. Με λίγη τύχη θα αποφύγεις τα big fat greek nights. Ή αν είσαι ακόμα πιο τυχερός θα πεισμώσεις και θα σου φανεί αποκρουστικό.
...
Και θυμάμαι την πρώτη βόλτα στο Λονδίνο, καθισμένος σε ένα σκαμπό σε γωνιακό καφέ στο κέντρο να κοιτάω τον απέναντι τοίχο. Δεν μπορώ να εστιάσω πάνω στον τοίχο - κάθε φορά που το κάνω αλλάζει και γίνεται ο τοίχος της βουλής, του βρετανικού μουσείου και μιας αγγλικανικής εκκλησίας. Θυμάμαι την αίσθηση όμως.
…
Είναι εύκολο να νομίσεις ότι στο εξωτερικό τα πράγματα είναι ακριβώς όπως στην Ελλάδα στα θετικά - χωρίς κανένα από τα αρνητικά. Δεν είναι. Είναι δύσκολη η προσαρμογή. Σε αλλάζει.
Σε παίρνει και σε σηκώνει. Κι αν έχεις τα κότσια σε γυρνάει ανάποδα και
σε ταρακουνάει μέχρι να πέσει ότι έχει μείνει στις τσέπες σου. Και είναι η διαδικασία να τις ξαναγεμίσεις που σε κάνει να αμφισβητήσεις τα πάντα. Που σε κάνει καλύτερο. Που σε κάνει να λες ότι,
τελικά, ναι, άξιζε.
...
Πραγματικός Λονδρέζος είναι
λέει, ο πρώτης γενιάς μετανάστης. Που η πόλη τον χτυπάει σκληρά στην αρχή, και πασχίζοντας καταφέρνει να αλλάξει ο ίδιος την μορφή του. Και που εν τέλει μετατρέπει το μυστήριο και το άγνωστο σε συνήθεια.
Ετικέτες ΑγαπητόΗμερολόγιο, birmingham, england, london, wanna-be-post